Παρασκευή 26 Ιουνίου 2015

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ

ΔΙΚΑΙΟΣΎΝΗ

(σκεπτικό)

Η έννοια της δικαιοσύνης (και η συναφής έννοια του δικαίου) είναι, βεβαίως, θεμελιώδης και κομβική για τη νομική επιστήμη και το αενάως ζητούμενο από τους εφαρμοστές του. Η «ποιητική ιδέα», έχοντας μια πλατωνική ανάμνηση, συνυφαίνεται με την έννοια της δικαιοσύνης με τρόπο πρωτότυπο, αφού όταν η ποιητική ύλη αναφέρεται σε έννοιες εξωποιητικές, αναπόφευκτα δημιουργεί ωσμώσεις εννοιολογικές και ανεπαίσθητες αλλοιώσεις γλωσσικές. 
Η δικαιοσύνη είναι ο συνεκτικός ιστός ενός ανερμάτιστου και ετερόκλητου κόσμου. Οι νομικοί θεσμοί στην αρχαία Ελλάδα εξιδανικεύθηκαν σε μια ατμόσφαιρα ποιητική (βλ. Στ. Δεληκωστόπουλου, Γένεση του δικαίου και αρχαιοελληνική ποίηση, εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, 1996). Τα ποιητικά έργα είχαν τη λειτουργική δυναμική των έμμεσων πηγών του δικαίου: Εμπνευστής και δημιουργός του δικαίου ήταν η ποίηση που ανέκαθεν αναφερόταν στα καθολικώς ισχύοντα και όχι η ιστορία που απλά κατέγραφε τα επιμέρους συμβαίνοντα. Η δικαιοσύνη, ως εμπειρία, ήταν η ειδοποιός διαφορά της πολιτισμένης από τη βάρβαρη κοινωνία, αφού, κατά τον Ησίοδο, ο Δίας απέκτησε με την Θέτιδα «Ευνομίην τε Δίκην τε και Ειρήνην τεθαλυίαν» (Θεογονία, 901-902).
Για τον Οδυσσέα Ελύτη, η δικαιοσύνη είναι η «ακριβής στιγμή». Αποτελεί την υποδόρια καταστατική αρχή της σκέψης του, αφού η ηρακλείτεια «αφανής» και «καλλίστη αρμονία» της ποίησης του και η «φωτεινότητα και η διαφάνεια» που χαρακτηρίζουν το έργο του, αποτελούν ειδοποιά στοιχεία της ποιητικής ιδέας της δικαιοσύνης (Λόγος στην Ακαδημία της Στοκχόλμης. «Εν Λευκώ» σελ. 317). Κατά τον καθηγητή Δημήτρη Μαρωνίτη ο Ελύτης ανάγει την ποίηση σε σύστημα, που φιλοδοξεί να απορροφήσει τόσο τη φιλοσοφία όσο και την πολιτική της εποχής του (Η κρίσιμη καμπή: Η ωριμότητα του ποιήματος και του ποιητή, Αντί 29.2.1980, σελ. 32). Υπ' αυτή την εκδοχή, ο ποιητής φιλοδοξεί να υπαγάγει και τη δικαιοσύνη στο ποιητικό σύστημα που οικοδομεί.
«Καθώς τα γεγονότα γίνονται ποιήματα, τα ποιήματα με τη σειρά τους ζωντανεύουν. Η ιδέα του ποιήματος - που ζει - κυκλοφορεί αδιάκοπα στον Ελύτη, που ωστόσο βλέπει αυτό το λογοτεχνικό ον μάλλον σαν μια συναρμογή από αρμονικές τροχιές, σαν ένα μικρό ηλιακό σύστημα. Την ερμητική αυτή την αποκαλεί Δικαιοσύνη. Πρόκειται για τη ζωντανή παρουσία μιας ορισμένης τελειότητας στη σχέση εικόνας και νοήματος». Ευγένιου Αρανίτση (εφημερίδα «Ελευθεροτυπία» της 30ής Απριλίου 1997)
Στη συλλογή «Δυτικά της λύπης», την τελευταία του εν ζωή, ο ποιητής εκλαμβάνει τη δικαιοσύνη ως έννοια καταστατική που αναδύεται από την ίδια την ποιητική λειτουργία. Γράφει, λοιπόν, ότι: «Ποίηση μόνον είναι / Κείνο που απομένει. Ποίηση. Δίκαιη και ουσιαστική κι ευθεία / Όπως μπορεί και να την φαντασθήκαν οι πρωτόπλαστοι / Δίκαιη στα στυφά του κήπου και στο ρολόι αλάθητη», αναγνωρίζοντας σ' αυτήν την παραμυθία της δικαίωσης, την ευθυκρισία της ακριβούς διάγνωσης.
Στους «Προσανατολισμούς», η έννοια της δικαιοσύνης εντάσσεται στους κεντρικούς φορείς αναφοράς του ποιητή: Το φως και τη διαφάνεια της νεότητας. Το απόλυτο φως που ταυτίζεται με τη δικαιοσύνη, σύμφωνα με τα λόγια του ίδιου του ποιητή. Σύμβολο των δικαστικών θεσμών, εκτός από τον ζυγό της ευθυκρισίας, αποτελεί και το φως της διαφάνειας (όπως η Cour des comptes της Γαλλίας), που σημασιολογικά αναδεικνύει την εγκαθίδρυση της τάξης μέσα στο φως, κατά το λατινικό ρητό: «Dat Ordinem Lucendo».
Καίρια στιγμή της έννοιας της δικαιοσύνης, ως φωτός, αποτελούν οι στίχοι: «Της δικαιοσύνης ήλιε νοητέ / και μυρσίνη συ δοξαστική μη παρακαλώ σας μη / λησμονάτε τη χώρα μου!» («Το Άξιον Εστί»). Ως «νοητός ήλιος», η δικαιοσύνη, δεν σημαίνει ότι πρόκειται για έννοια πλασματική, σύλληψη ποιητική που ανήκει στο χώρο της ουτοπίας. Αλλά, απεναντίας, πρόκειται για έννοια που βιώνεται βαθιά και ουσιαστικά και που εποπτεύει τον κόσμο ως ο βιβλικός «ήλιος της δικαιοσύνης». Κατά τον «Κρατύλο» (413 β) του Πλάτωνος, ο ανώνυμος φιλόσοφος (που φαίνεται ότι είναι ο Ηράκλειτος) εξισώνει τη φωτιά με τη δικαιοσύνη. Αν και το φως, το πυρ και η διαφάνεια είναι η ποιητική σύλληψη της δικαιοσύνης, εντούτοις η ισορροπία, το μέτρο, το ισοζύγισμα είναι η πεμπτουσία της έννοιας αυτής. Η «παλίντροπος αρμονίη» της ηρακλείτειας σκέψης εμπεδώνεται στις απόψεις του Ελύτη για τη δικαιοσύνη. Η μη υπέρβαση του μέτρου, ως η ζυγισμένη πορεία καταλαμβάνει και τον ήλιο της δικαιοσύνης. «Ήλιος γαρ ουχ υπερβήσεται μέτρα ει δε μη, Ερινύες μιν Δίκης επίκουροι εξευρήσουσιν», αποφαίνεται ο σκοτεινός Εφέσιος.
Την έννοια της ευθυκρισίας και της καθετότητας της αλήθειας, αναδεικνύουν με την αιχμηρότητα βιβλικής προφητείας, με την αυστηρότητα μεταφυσικού τιμητή, στίχοι δριμείς, οξείς και αναπάντεχοι, όπως εκείνος που επαγγέλλεται πως «Μονομιάς να πέσει /όπως πέφτει το κακό / \ η αλήθεια» («Τα ελεγεία της Οξώπετρας»). Η ευθύτητα ως απόρροια του κανόνος (είτε κατά κυριολεξία είτε μεταφορικά) -με άλλα λόγια του αποτελέσματος μιας ενσυνείδητης αυτοπειθαρχίας αλλά και του κοινωνικά επιβεβλημένου πειθαναγκασμού με τη μορφή της συντεταγμένης πολιτείας- εντοπίζουν και αναδεικνύουν στίχοι ευάεροι και παμφόεντες, όπως στο «2x7 ε»: «ώστε να ξέρει ο πιστός της Αιολίδας να συντονίζει τους \ δείχτες της ψυχής του, έτσι που το μεσημέρι να σημαίνει συνάμα και δίκαιον», καθώς και στη «Μαρία Νεφέλη», όπου ο Αντιφωνητής λέγει: «να δικάσω τους άλλους και απ’ αυτούς να δικαστώ την κάθετη ώρα του μεσονυκτίου».
Εξάλλου, στον «Μικρό Ναυτίλο» αναφέρει: «Μας χρειάζεται μια νομοθεσία που να διαμορφώνεται όπως το δέρμα επάνω μας τον καιρό που μεγαλώνουμε. Κάτι νεανικό και δυνατό συνάμα, σαν το εν δ' ύδατ' αενάοντα ή το θαλερόν κατά δάκτυ χέοντες. Έτσι που να μπορεί κείνο που γεννά ο άνθρωπος να ξεπερνά τον άνθρωπο δίχως να τον καταπιέζει». Αυτή η αυτόματη εξάρτηση της νομοθεσίας με την εξέλιξη, αίτημα πάγιο όσο και αυτονόητο όλων των συντεταγμένων πολιτειών, δίνεται με τον πλέον προσφυή τρόπο. Ότι δηλαδή η νομοθεσία, ως προϊόν ενός των αναγκών και απαιτήσεων συγκεκριμένου πολιτιστικού χώρου, θα πρέπει να μπορεί να μεταβάλλεται ανεπαίσθητα και με τέτοιον τρόπο που να υπερβαίνει τον δημιουργό του, χωρίς όμως να γίνεται και αντικείμενο καταπίεσής του.
Κατά τον Γιάννη Ρίτσο, η έννοια της δικαιοσύνης έχει λιγότερο εμφανείς φιλοσοφικές παραμέτρους, όπως συμβαίνει στον Ελύτη, αλλά αναδεικνύει συνειδητά την αίσθηση προβολής του κοινωνικού αιτήματος της δικαιοσύνης• αιτήματος που προβάλλεται ως σύλληψη ποιητική. Έτσι, η έννοια της δικαιοσύνης είναι περισσότερο βιωματική, γήινη και εμπειρική. Μορφοποιείται από τη δυναμική ενός απαιτητικού κοινωνικού συνόλου και όχι από την έκλαμψη ενός ατομικού νου ευφάνταστου. Είναι με άλλα λόγια, απόρροια ίσως της κοινωνικής στράτευσης του ποιητή, της οπτικής γωνίας που εποπτεύει τα γεγονότα και της συνεπαγόμενης ειδικής ευαισθησίας του ως έγκυρου φορέα προβολής των κοινωνικών αιτημάτων και του ειδικού του ρόλου ως ποιητή: Ως κοινωνικού διαμεσολαβητή, δηλαδή, που θεωρεί καθήκον του να αναλαμβάνει τις ευθύνες του και να υποδύεται το ρόλο του έναντι στην κοινωνία και την κατεστημένη πολιτεία/Ο ποιητής, κατά τον Ρίτσο, είναι κοινωνικός ιεροφάντης. Ταυτίζεται με το δίκαιο, τόσο γενικά ως προβολέας του αιτήματος για ελευθερία, των αγώνων για ισότητα και της αγωνίας για αδελφοσύνη, όσο και ως φορέας του προσωπικού του πάθους: Του πάθους του για την Ελλάδα, που προσωποποιημένη, ως η σολωμική Ελευθερία, ανακαλεί στη μνήμη, χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια, την εικόνα της δικαιοσύνης: «Κι έτσι στητή και δυνατή καταμεσίς στον κόσμο/ κρατώντας στο ζερβί σου χέρι τη μεγάλη ζυγαριά και στο/ δεξί την άγια σπάθα/ είσαι η ομορφιά κ' η λεβεντιά κ' είσαι η Ελλάδα» («Η Κυρά των Αμπελιών»).
Η εμφανώς πολιτικοποιημένη και κοινωνική ευαισθησία του ποιητή αναδεικνύει την έννοια της δικαιοσύνης ως αιτούμενο της δράσης του συνόλου. Είναι η απώτερη στόχευση της στράτευσης των αδικημένων, το ζητούμενο της ενεργοποίησης τους. Η ποιητική του ιδιότητα τον επιστέφει αυτομάτως ως εκπρόσωπο και λειτουργό της δικαιοσύνης.
Την έννοια της δικαιοσύνης, ως ισόρροπης κατάστασης, όμοια με εκείνη του Ελύτη, την ανακαλύπτει εντέλει και ο ώριμος Ρίτσος. Όχι, όμως, ως απόρροια των εμφανών και αφανών αρχαιοελληνικών φιλοσοφικών καταβολών εκείνου, αλλά ως μια αναπόδραστη συνέπεια της ψυχικής έξαρσης, η οποία καταπραϋνόμενη επιφέρει τη χαλάρωση των εντάσεων, που ως αποκάμωμα των νευρικών εκρήξεων, είναι Νέμεσις μαζί και γαλήνη, ικανοποίηση ζωική, αλλά συγχρόνως και κενό μαζί και κατακρήμνιση στη ματαιότητα. (Η δικαιοσύνη ως ποιητική ιδέα, Νικολάου Μηλιώνη, Παρέδρου Ελεγκτ. Συνεδρίου, Δρος ΠΕ, ΕλλΔνη 2004, 616 επ.)

(Σημείωση: είναι το «σκεπτικό» αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης σε ποινική δίκη για συκοφαντική δυσφήμιση έτους 2008. Ενέχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον το «σκεπτικό» και η ανάλυση της έννοιας της δικαιοσύνης στην οποία αναφέρεται και σηματοδοτεί μεγαλειώδη στιγμή και σταθμό για την απονομή της δικαιοσύνης στη χώρα μας. ) 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου